Στόχος του έργου
Ο ποιοτικός έλεγχος αποτελεί βασικό εργαλείο για μια μεγάλη ποικιλία αγαθών που προκύπτουν από τον πρωτογενή και δευτερογενή τομέα παραγωγής καθώς και για το περιβάλλον. Η χημική ανάλυση αποτελεί αναπόσπαστο τμήμα του ποιοτικού ελέγχου και στον τομέα αυτό σήμερα δραστηριοποιούνται πολλά ιδιωτικά και κρατικά εργαστήρια, τα οποία υποχρεωτικά φέρουν διαπίστευση για τη διασφάλιση της ποιότητας των αποτελεσμάτων τους. Η ποιότητα των αποτελεσμάτων και η διαδικασία της ανάλυσης εξαρτώνται από τις αναλυτικές μεθόδους και τις τεχνικές που εφαρμόζονται ενώ βασικό συστατικό της είναι και ο σύντομος χρόνος για την πραγματοποίησή της που πρέπει να είναι όσο το δυνατόν μικρός, καθώς και η ευκολία εφαρμογής των επιμέρους διαδικασιών.
Η έως σήμερα πρακτική για της επεξεργασία των υδατικών και βιολογικών δειγμάτων και των δειγμάτων τροφίμων για την απομόνωση των υπό μέτρηση ανεπιθύμητων ή απαγορευμένων συστατικών και συνολικά των οργανικών ενώσεων-στόχων περιλαμβάνει την εκχύλιση υγρού-στερεού, τη διασπορά στερεής φάσης στη μήτρα, την εκχύλιση υγρού-υγρού, την εκχύλιση στερεής φάσης, και τη μικροεκχύλιση στερεής φάσης. Οι τεχνικές αυτές είτε απαιτούν περαιτέρω επεξεργασία του δείγματος (τρεις πρώτες τεχνικές) – άρα και επιπλέον χρόνο – για την απαλλαγή από τα συστατικά της μήτρας και μεγάλες ποσότητες οργανικού διαλύτη είτε είναι χρονοβόρες και έχουν υψηλό κόστος.
Το συγκεκριμένο έργο είχε ως στόχο τη σύνθεση και παραγωγή τεσσάρων βασικών τροποποιημένων μαγνητικών νανοϋλικών, με χαμηλό κόστος παραγωγής για την επεξεργασία δειγμάτων κατά τη διαδικασία της χημικής ανάλυσης και τον προσδιορισμό ανεπιθύμητων οργανικών ενώσεων, η παρακολούθηση των οποίων προβλέπεται από τη νομοθεσία ή απαιτείται από συγκεκριμένες εφαρμογές ερευνητικού χαρακτήρα.
Τα συγκεκριμένα προϊόντα συνοδεύονται από κατάλληλα πρωτόκολλα που παρέχουν σαφείς οδηγίες για τη χρήση των υλικών σε αντιπροσωπευτικές μήτρες δειγμάτων καθώς και για το εύρος των οργανικών ενώσεων που καλύπτουν.
Τα προϊόντα απευθύνονται σε χημικά εργαστήρια ελέγχου ποιότητας, σε ερευνητικά κέντρα και πανεπιστήμια τόσο για αναλύσεις ρουτίνας όσο και ως εργαλεία για την υποστήριξη της έρευνας.
Η επιτυχία στη δημιουργία και εφαρμογή αυτών των νέων υλικών θα βοηθήσει κατ΄ αρχή τα αναλυτικά εργαστήρια, τα ερευνητικά κέντρα στο έργο τους και στη συνέχεια τη γενικότερη οικονομία σε σημαντικό βαθμό. Σε επίπεδο παροχής υπηρεσιών από τα αναλυτικά εργαστήρια θα υπάρξει μείωση του χρόνου διεκπεραίωσης της ανάλυσης και έκδοσης του τελικού αποτελέσματος καθώς και του συνολικού κόστους ανάλυσης. Σε επίπεδο ερευνητικών κέντρων θα αποτελέσει ένα νέο εργαλείο για τον έλεγχο της παρουσίας ξενοβιοτικών ενώσεων μειώνοντας και σε αυτή την περίπτωση το κόστος και το χρόνο ανάλυσης. Τέλος, σε επίπεδο βιομηχανίας και ευρύτερης οικονομίας οι δέκτες των αποτελεσμάτων των αναλύσεων θα έχουν πολύ πιο γρήγορα τις απαντήσεις, με αποτέλεσμα να μπορούν άμεσα να προβούν σε διορθωτικές ενέργειες για τυχόν προβληματικά προϊόντα, να διακινήσουν πιο γρήγορα την παραγωγή τους στην αγορά, να αποφύγουν προβλήματα με το νόμο και τους καταναλωτές λόγω προβληματικών προϊόντων.
Σε αναλυτικό και ερευνητικό επίπεδο, στα οικονομικά οφέλη, λόγω μείωσης του χρόνου διεκπεραίωσης της ανάλυσης, θα προστεθεί η αύξηση της ταχύτητας αξιολόγησης των αποτελεσμάτων, η επιτάχυνση των ερευνητικών προγραμμάτων και το πιο σημαντικό ίσως, θα υπάρχει δυνατότητα μείωσης των ορίων ανίχνευσης και ποσοτικού προσδιορισμού των αναλυτών, με αποτέλεσμα να μπορούν να ανιχνεύονται σε χαμηλότερα επίπεδα επικίνδυνες για τον άνθρωπο και το περιβάλλον ουσίες. Η τάση σε Ευρωπαϊκό και διεθνές επίπεδο είναι να μειώνονται τα όρια ανίχνευσης επικίνδυνων ουσιών στα τρόφιμα, το νερό και το περιβάλλον ενόσω υπάρχει τρόπος μέτρησης πιο χαμηλών τιμών. Επιπρόσθετο οικονομικό κέρδος θα υπάρξει σε εργαστήρια και ερευνητικά κέντρα και κατ΄ επέκταση στην γενικότερη αγορά, που κάνει χρήση των υπηρεσιών τους, λόγω της χρήσης των συγκεκριμένων υλικών, χωρίς να απαιτείται η προμήθεια επιπρόσθετου εξοπλισμού, για να μπορούν να επιτευχθούν τα όρια ανίχνευσης που απαιτούνται από νεότερες νομοθεσίες. Η πραγματικότητα δείχνει ότι ένα εργαστήριο κάθε πέντε χρόνια περίπου πρέπει να ανανεώνει τον εξοπλισμό του στην ίδια κατηγορία μηχανημάτων λόγω της νομοθετικής αλλαγής στο επίπεδο μέτρησης.